- ἐπέτρεπον
- ἐπιτρέπωto turn toimperf ind act 3rd plἐπιτρέπωto turn toimperf ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
AETHALIDES — praeco, Mercurii sil. cui quandoque inter mortuos, quandoque inter vivos esse licere concessum est. Apollonius Argon. l. 1. Τείως δ᾿ αὖτ᾿ εν νηὸς ἀριςῆες προέηκαν Αἰθαλίδην κήρυκα θοον`, τῶ πέρ τε μέλεςθαι Α᾿γγελἰας καὶ σκῆπτρον ἐπέτρεπον… … Hofmann J. Lexicon universale
αύξηση — Κάθε λογής μεγάλωμα, η οποιαδήποτε ανάπτυξη. Στη βιολογία, α. ονομάζεται η διαδικασία σύνθεσης, με την οποία οι διάφορες βασικές ουσίες που απορροφούνται από το έντερο (αζωτούχοι ουσίες, λίπη, υδατάνθρακες, άλατα και νερό) μετατρέπονται σε… … Dictionary of Greek